Τα ιερά δάση στην Ελλάδα είναι συνήθως απομεινάρια ώριμων δασών με μεγάλα δέντρα γύρω από ξωκλήσια, τα οποία προστατεύονται επί αιώνες από την ορθόδοξη θρησκεία. Εξετάσαμε τη συγκριτική οικολογική αξία 20 ιερών δασών με κυρίαρχο είδος τις δρύες, έναντι των διαχειριζόμενων δρυοδασών, όσον αφορά τα περιβαλλοντικά τους χαρακτηριστικά και τις κοινότητες των πτηνών (στρουθιόμορφα πουλιά και δρυοκολάπτες). Τα ιερά δάση χαρακτηρίζονται από γέρικα και ώριμα δέντρα συγκριτικά με τα διαχειριζόμενα δρυοδάση, με βάση τη μέση διάμετρο στο ύψος του στήθους (DBH) και το ύψος του δέντρου. Εκτός από το ότι φιλοξενούν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό ειδών πουλιών και σε μεγαλύτερους πληθυσμούς, έχουν μεγαλύτερο λειτουργικό πλούτο, μεγαλύτερη φυλογενετική ποικιλότητα και μεγαλύτερη φυλογενετική μεταβλητότητα ως προς την ομάδα των πουλιών. Οι κοινότητες πουλιών στα ιερά άλση ήταν πιο ετερογενείς και τα πτηνά έδειχναν μεγαλύτερα επίπεδα εξειδίκευσης από ό,τι στα διαχειριζόμενα δάση. Τα Γενικευμένα Γραμμικά Μοντέλα έδειξαν ότι ο κύριος παράγοντας που επηρεάζει θετικά όλες τις πτυχές της ποικιλότητας των πτηνών ήταν η μέση στηθιαία διάμετρος DBH, ενώ η αφθονία των νεκρών δέντρων αύξανε την αφθονία των πτηνών. Τα αποτελέσματά μας υπογραμμίζουν τη σημασία της διατήρησης των μεγάλων ώριμων δέντρων ως πρακτική δασικής διαχείρισης, για την ενίσχυση της ποικιλότητας των πτηνών και τη μείωση της βιοτικής ομογενοποίησης. Δεδομένου ότι η νέα ευρωπαϊκή στρατηγική για τη βιοποικιλότητα απαιτεί την αυστηρή προστασία όλων των εναπομείναντων πρωτογενών παλαιών δασών στην Ευρώπη έως το 2030, υποστηρίζουμε ότι τα ιερά δάση, παρά το μικρό τους μέγεθος, πληρούν τα κριτήρια ώστε να ενταχθούν στους αυστηρούς στόχους προστασίας και αποκατάστασης της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, ως πρωτογενή ώριμα δάση υψηλής αξίας για τη βιοποικιλότητα.
Τα ιερά δάση στην Ελλάδα είναι συνήθως απομεινάρια ώριμων δασών με μεγάλα δέντρα γύρω από ξωκλήσια, τα οποία προστατεύονται επί αιώνες από την ορθόδοξη θρησκεία. Εξετάσαμε τη συγκριτική οικολογική αξία 20 ιερών δασών με κυρίαρχο είδος τις δρύες, έναντι των διαχειριζόμενων δρυοδασών, όσον αφορά τα περιβαλλοντικά τους χαρακτηριστικά και τις κοινότητες των πτηνών (στρουθιόμορφα πουλιά και δρυοκολάπτες). Τα ιερά δάση χαρακτηρίζονται από γέρικα και ώριμα δέντρα συγκριτικά με τα διαχειριζόμενα δρυοδάση, με βάση τη μέση διάμετρο στο ύψος του στήθους (DBH) και το ύψος του δέντρου. Εκτός από το ότι φιλοξενούν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό ειδών πουλιών και σε μεγαλύτερους πληθυσμούς, έχουν μεγαλύτερο λειτουργικό πλούτο, μεγαλύτερη φυλογενετική ποικιλότητα και μεγαλύτερη φυλογενετική μεταβλητότητα ως προς την ομάδα των πουλιών. Οι κοινότητες πουλιών στα ιερά άλση ήταν πιο ετερογενείς και τα πτηνά έδειχναν μεγαλύτερα επίπεδα εξειδίκευσης από ό,τι στα διαχειριζόμενα δάση. Τα Γενικευμένα Γραμμικά Μοντέλα έδειξαν ότι ο κύριος παράγοντας που επηρεάζει θετικά όλες τις πτυχές της ποικιλότητας των πτηνών ήταν η μέση στηθιαία διάμετρος DBH, ενώ η αφθονία των νεκρών δέντρων αύξανε την αφθονία των πτηνών. Τα αποτελέσματά μας υπογραμμίζουν τη σημασία της διατήρησης των μεγάλων ώριμων δέντρων ως πρακτική δασικής διαχείρισης, για την ενίσχυση της ποικιλότητας των πτηνών και τη μείωση της βιοτικής ομογενοποίησης. Δεδομένου ότι η νέα ευρωπαϊκή στρατηγική για τη βιοποικιλότητα απαιτεί την αυστηρή προστασία όλων των εναπομείναντων πρωτογενών παλαιών δασών στην Ευρώπη έως το 2030, υποστηρίζουμε ότι τα ιερά δάση, παρά το μικρό τους μέγεθος, πληρούν τα κριτήρια ώστε να ενταχθούν στους αυστηρούς στόχους προστασίας και αποκατάστασης της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα, ως πρωτογενή ώριμα δάση υψηλής αξίας για τη βιοποικιλότητα.